Του Πάσχου Μανδραβέλη
Ο δημόσιος διάλογος στην Ελλάδα ήταν πάντα ανέκδοτο.
Λαϊκιστικό ανέκδοτο. Σ’ αυτή τη χώρα κλαίμε για δύο πράγματα. Για τα επιδόματα
ή το Δημόσιο που κόβονται ή για τους φόρους που μπαίνουν για να πληρωθούν τα
επιδόματα ή το Δημόσιο που δεν κόβονται.
Ετσι, τα 2,5 από τα 4 δισ. που ελπίζει ότι θα εισπράξει η
κυβέρνηση από το έκτακτο τέλος ακίνητης περιουσίας θα τα δώσει πίσω ως
κοινωνικά επιδόματα χωρίς κανένα εισοδηματικό κριτήριο. Ενα δισ. των «χύμα
επιδομάτων» θα τα πάρουν τρίτεκνοι και πολύτεκνοι. Και από αυτό παίρνουν
επίδομα τριτεκνίας και άνω μεγαλοεπιχειρηματίες, βιομήχανοι, εφοπλιστές και
(όπως αποκαλύφθηκε στον Τύπο) η διάσημη τηλεπερσόνα κ. Ελένη Μενεγάκη και η
σύζυγος του κ. Θεόδωρου Πάγκαλου, κ. Χριστίνα Χριστοφάκη. Θα εισπράξουν το
επίδομα τριτέκνων, θέλουν δεν θέλουν, το χρειάζονται δεν το χρειάζονται, χάρη
στον αγώνα που έκαναν όλοι εκείνοι που σήμερα οδύρονται για το «χαράτσι στα
ακίνητα». Είναι οι βουλευτές όλων των κομμάτων, η πλειονότητα των ελληνικών
ΜΜΕ, ακόμη και η Δικαιοσύνη. Η ενίσχυση των πολύτεκνων οικογενειών γίνεται για
εθνικούς λόγους. Ετσι, για τη «συντήρηση και προαγωγή του έθνους» όσοι
παλιότερα είχαν τέσσερα ή επιπλέον παιδιά επιδοτούνταν από το κράτος, ασχέτως
των εισοδημάτων τους. Μπορεί, δηλαδή, ένας εφοπλιστής να έχει πέντε παιδιά και
να παίρνει το ίδιο ακριβώς επίδομα με έναν εργάτη που επίσης έχει πέντε παιδιά.
Το 1997, με νόμο τέθηκαν για πρώτη φορά εισοδηματικά
κριτήρια. Προβλεπόταν ότι το επίδομα για τα 4 παιδιά θα δινόταν σε οικογένειες
εισοδήματος μέχρι 8 εκατ. δρχ., προσαυξημένο και 500.000 δρχ. για κάθε επιπλέον
παιδί. Φυσικά, έγινε το «έλα να δεις». Γράφτηκαν πύρινα άρθρα για «τον εξ
ανατολών κίνδυνο», που είναι πιο γόνιμος από εμάς, και για τις «νεοφιλελεύθερες
πολιτικές» που στερούν από τις οικογένειες το «ελάχιστο αυτό βοήθημα». Γνωστοί
τηλεπαρουσιαστές έκλαιγαν για το «επιδοματάκι της πολύτεκνης οικογενειούλας»,
αλλά τελικά ο νόμος αυτός κατέπεσε στο Συμβούλιο της Επικρατείας. «Κατά την
κρίση του Δικαστηρίου, [η] διάταξη του άρθρου 21 παρ. 2 του Συντάγματος...
αποσκοπεί στην αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος της Χώρας... Η θέσπιση
τέτοιων εξαιρέσεων με κριτήρια αναγόμενα στο εισόδημα των πολυτέκνων οικογενειών
δεν είναι συνταγματικώς επιτρεπτή, εν όψει του ότι ο συνταγματικός νομοθέτης,
θεσπίζοντας την υπέρ αυτών ειδική κρατική φροντίδα, δεν απέβλεψε στην ενίσχυση
αυτών ως κατηγορίας οικονομικώς αδυνάτων ή αναξιοπαθούντων».
Για να φτάσουν όμως να πάρουν αυτό το επίδομα η κ. Μενεγάκη
και η κ. Χριστοφάκη δεν αρκούσε μια απλή απόφαση του ΣτΕ. Επρεπε να αναλάβει τη
διακυβέρνηση της χώρας η Νέα Δημοκρατία, η οποία το 2004 είχε κάνει προεκλογική
σημαία της την «επέκταση των ευεργετημάτων των πολυτέκνων και στους τρίτεκνους».
Μ’ αυτές και άλλες υποσχέσεις ο κ. Κώστας Καραμανλής εξελέγη πανηγυρικά και
έτσι σήμερα όποιος κάνει τρία παιδιά έχει εφ’ άπαξ παροχή 2.000 ευρώ (Ν.
3454/06) για κάθε παιδί, επίδομα 3ου παιδιού 174,28 ευρώ, πολυτεκνικό επίδομα
43,55 ευρώ (για κάθε παιδί κάτω των 23 ετών), πολυτεκνικό επίδομα τρίτεκνης
οικογένειας Ν. 3631/08 43,55 ευρώ (για κάθε παιδί κάτω των 23 ετών) και ισόβιες
συντάξεις 100,24 ευρώ.
Ολα αυτά αθροίζονται σε ένα δισ. δαπάνη για τον κρατικό
προϋπολογισμό, αλλά δεν γνωρίζουμε πόσοι από τους 490.000 δικαιούχους
πραγματικά τα χρειάζονται ή όπως είχε δηλώσει τον Δεκέμβριο του 2011 η κ.
Μενεγάκη, «πιστεύω ότι κάποιοι από εμάς που δεν χρειαζόμαστε το επίδομα αυτό
που έχει βγει για όλους μας, δεν πειράζει να το κόψουν. Δεν μιλάω γι’ αυτούς
που παίρνουν 1.500 ευρώ τον μήνα, αλλά μιλάω για εμένα και κάποιους άλλους που
είναι πολύ μεγάλες γνωστές οικογένειες, που πραγματικά δεν τους χρειάζεται αυτό
το επίδομα που ο νόμος τους το έχει δώσει».
Αυτό που κατάλαβε η κ. Ελένη Μενεγάκη αδυνατούν να το
καταλάβουν όλοι αυτοί που έχουν βάλει γινάτι τα λεφτά του κράτους. Ετσι, κάθε
φορά που υπήρχαν πληροφορίες ή κατετίθετο νόμος για εισοδηματικά κριτήρια στα
πολυτεκνικά επιδόματα, οι πατέρες (ανεξαρτήτως παιδιών) του έθνους ξεχείλιζαν
από κοινωνική ευαισθησία.
Ο κ. Οδ. Βουδούρης (ΠΑΣΟΚ) επεσήμαινε με ερώτηση στη Βουλή
ότι «το πολυτεκνικό επίδομα αποτελεί κίνητρο για την απόκτηση περισσότερων
παιδιών από νέα ζευγάρια, σε μια εποχή που η υπογεννητικότητα και η γήρανση του
ανθρώπινου δυναμικού της χώρας αξιολογούνται ως αρνητικοί παράγοντες».
Οι βουλευτές της Ν.Δ. κ. Αρης Σπηλιωτόπουλος, Νικόλαος
Νικολόπουλος και Ιωάννης Βρούτσης, αφού κατήγγειλαν την κυβέρνηση ότι «θέτει
εισοδηματικά και περιουσιακά κριτήρια για τη χορήγηση πολυτεκνικών επιδομάτων»,
υπογράμμισαν ότι «οι δαπάνες για τη στήριξη της πολύτεκνης και τρίτεκνης
οικογένειας δεν αποτελούν λογιστική σπατάλη που πρέπει να περικοπεί, αλλά
επένδυση υψηλής προστιθέμενης αξίας».
Το ΚΚΕ χρησιμοποίησε τη γνωστή του ορολογία: Τα εισοδηματικά
κριτήρια «σαν μοναδικό μέλημα έχουν την εξασφάλιση ενός συγκεκριμένου ποσού με
βάση τις απαιτήσεις του κεφαλαίου και της τρόικας, δηλαδή αυτό των 160 εκατ.
ευρώ, κάτι που πλήττει βάναυσα την τρίτεκνη και πολύτεκνη οικογένεια από τα
φτωχά λαϊκά στρώματα του εργαζόμενου, του αυτοαπασχολούμενου EΒΕ, του
μικροαγρότη.»
Οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ κ.κ. Ευαγγελία Αμανατίδου -
Πασχαλίδου και Μιχάλης Κριτσωτάκης ήταν πιο ποιητικοί. Ο τίτλος της ερώτησής
τους προς τον υπουργό Οικονομικών είχε τον τίτλο: «Ελεος, στον βωμό της
περαιτέρω περιστολής δαπανών βάσει του Μνημονίου μπαίνουν και τα επιδόματα
στήριξης των τριτέκνων και πολυτέκνων;».
Ο κ. Βασίλειος Οικονόμου (πρώην ΠΑΣΟΚ, νυν Αρμα Πολιτών)
ερωτούσε: «Προτίθεστε να αναιρέσετε αυτήν την εξέλιξη που καταργεί τα
δικαιώματα των πολυτέκνων, που αποτελούσε βασική πολιτική επιδίωξη του ΠΑΣΟΚ
από την ίδρυσή του μέχρι το 2009;»
Πιο αποτελεσματικός όλων, όμως, ήταν ο κ. Αστέριος
Ροντούλης, ο οποίος έκανε πολιτική καριέρα ως πλασιέ «δικαιωμάτων των
τριτέκνων». Στη συζήτηση για τον προϋπολογισμό στη Βουλή, τον Δεκέμβριο του
2010, προειδοποίησε τον υπουργό Υγείας κ. Ανδρέα Λοβέρδο, ο οποίος
υπερασπιζόταν τα εισοδηματικά κριτήρια, ότι «θα σας κοστίσει ακριβά, κ.
υπουργέ, προσωπικά. Παίζετε κορώνα-γράμματα το πολιτικό σας μέλλον... Να ξέρετε
ότι αφορά 500.000 οικογένειες».
Κατόπιν αυτών, ο τότε υπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων
ευαισθητοποιήθηκε: «Δεν θα υπάρξουν εισοδηματικά κριτήρια για την καταβολή του
πολυτεκνικού επιδόματος. Θα αναζητηθούν άλλοι τρόποι...».
Βρέθηκαν. Είναι σε ένα φάκελο κάτω από την πόρτα μας, που
ψευδώς αναγράφει «Λογαριασμός της ΔΕΗ».
Αποτέλεσμα της κοινωνικής πολιτικής χωρίς εισοδηματικά
κριτήρια: η Ε.Ε. των «15» ξόδευε το 2004 το 27,2% του ΑΕΠ και μείωνε τη φτώχεια
κατά 8 ποσοστιαίες μονάδες (από 23% στο 15%). Η Ελλάδα ξόδευε το 26,3% του ΑΕΠ
για κοινωνικές δαπάνες και επιτύγχανε μείωση της φτώχειας κατά δύο μονάδες (από
22% στο 20%). Πηγή: Θ. Μητράκος και Θ. Γεωργιάδης: «Αξιολόγηση της
αποτελεσματικότητας του ελληνικού συστήματος κοινωνικής αλληλεγγύης: πρόσφατες
εξελίξεις», ΙΣΤΑΜΕ 2006
Η αναποτελεσματική «ευαισθησία»
Είχαμε γράψει και παλιότερα πως ένα από τα βασικά προβλήματα
της χώρας είναι «ότι όλοι θέλουν να σώσουν τον κόσμο και κανένας να κάνει τη
δουλειά του». Ετσι, όλοι οι υπουργοί, οποιονδήποτε τομέα ευθύνης κι αν έχουν,
πρώτα θέλουν να τους θυμόμαστε ως υπουργούς Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης
και μετά ως υπουργούς του χαρτοφυλακίου που έχουν. Δεν σχεδιάζουν
αποτελεσματικές πολιτικές, φροντίζουν πρώτα να μοιάζουν κοινωνικά δίκαιες. Ετσι
καταλήγουμε πάντα σε τραγελαφικά αποτελέσματα· παλαιότερα, οι μεταγραφές δεν
γίνονταν με ακαδημαϊκά κριτήρια, αλλά με κοινωνικά. Τώρα ακόμη το νέο σύστημα
εισαγωγής στα ΑΕΙ πρώτα φρόντισε να έχει το κοινωνικό πρόσωπο και μετά να εισέρχονται
εκείνοι που στοιχειωδώς μπορούν να παρακολουθήσουν τα μαθήματα. Ετσι τρύπωσαν
στα πανεπιστήμια παιδιά πολυτέκνων, παραδίδοντας κόλλες στις εξετάσεις.
Τώρα μέρος αυτής της πανταχόθεν ασκούμενης κοινωνικής
πολιτικής αποφάσισαν να κάνουν και οι υπάλληλοι της ΔΕΗ. Δηλώνουν όπου σταθούν
κι όπου βρεθούν (με την προϋπόθεση ότι θα υπάρχει τηλεοπτική κάμερα) ότι δεν
πρόκειται να κόψουν το ρεύμα σε ανθρώπους που δεν έχουν να πληρώσουν.
Ευγενική η προσφορά και μπράβο τους, αρκεί να συνοδευόταν
από κάποιο κόστος για τους ίδιους. Αν έλεγαν, δηλαδή, ότι «εμείς δεν πρόκειται
να κόψουμε το ρεύμα και για να δείξουμε ότι δεν κάνουμε ακόμη μία τζάμπα
επανάσταση, δεχόμαστε να μην πάρουμε τα 700 εκατομμύρια που δίνουν όλοι οι
φορολογούμενοι για το ασφαλιστικό μας ταμείο». Τότε, όλοι θα τους
χειροκροτούσαν διπλά. Και για την κοινωνική τους ευαισθησία και για τη θυσία
που κάνουν ώστε να μη μείνουν χωρίς ρεύμα οι ευπαθείς ομάδες. Βέβαια, ακόμη και
σ’ αυτήν την περίπτωση θα υπήρχε ένα διαδικαστικό πρόβλημα. Πώς θα πιστοποιούν ότι
κάποιος πραγματικά δεν έχει τα λεφτά να πληρώσει; Θα κοιτούν τη φορολογική του
δήλωση ή θα τον κόβουν με το μάτι; Θα στήνουν λαϊκά φορολογικά δικαστήρια; Το
πρόβλημα είναι ότι για να ασκήσεις αποτελεσματική κοινωνική πολιτική, θα πρέπει
να έχεις στοιχεία. Εδώ, κοτζάμ κράτος με τις υπηρεσίες του δεν τα καταφέρνει,
με αποτέλεσμα να οργιάζει η φοροδιαφυγή, να παίρνουν συντάξεις ακόμη και οι
πεθαμένοι και να παίρνει επίδομα πολυτέκνων η κ. Μενεγάκη. Πώς θα καταφέρει να
ασκήσει δίκαιη φορολογική πολιτική η ΓΕΝΟΠ; Με τα συνεργεία ηλεκτροτεχνιτών που
έχει;
Ισως, πάλι, η δίκαιη φορολόγηση να μην τους ενδιαφέρει. Οπως
πολλοί υπουργοί θέλουν πρώτα με τα λεφτά των άλλων να είναι αρεστοί και μετά
αποτελεσματικοί, μπορεί και οι συνδικαλιστές της ΔΕΗ να ελπίζουν ότι θα γίνουν
εξόδοις άλλων αρεστοί. Ποιος ξέρει; Μπορεί να καταλήξουν και πολιτικοί.
Διαβάστε
Θ. Μητράκος και Θ. Γεωργιάδης, «Αξιολόγηση της
αποτελεσματικότητας του ελληνικού συστήματος κοινωνικής αλληλεγγύης: πρόσφατες
εξελίξεις», ΙΣΤΑΜΕ 2006.
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Καθημερινή» στις 25.9.2011