Κυριακή, 09
Οκτώβριος 2011 11:13
Πάσχος Μανδραβέλης
Αν έκανε κάτι καλό το έκτακτο τέλος για τα ακίνητα είναι ότι
λειτούργησε σαν ταχύρρυθμο και αναγκαστικό φροντιστήριο δημοσιονομικής
επιστήμης. Ολοι συνειδητοποίησαν ότι το Δημόσιο δεν είναι κάτι που
χρηματοδοτείται από τον ουρανό. Είναι ο Γαργαντούας που τρέφεται από τις τσέπες
μας. Ετσι, ακόμη και οι πιο δύσπιστοι ψευδοκεϋνσιανοί άρχισαν να μιλούν για
περιορισμό του κράτους μόλις συνειδητοποίησαν τι θα πληρώσουν για τις ακριβές τους
κατοικίες.
Κι εδώ προκύπτει ένα παράδοξο. Η κυρίαρχη στα τηλεκαφενεία
θεωρία ήταν ότι το Μνημόνιο έφερε την ύφεση. Υποστήριζαν ότι οι περικοπές στον
δημόσιο τομέα αφαιρούσαν χρήμα από τον ιδιωτικό. «Ενας δημόσιος υπάλληλος με
ψαλιδισμένο μισθό», έλεγαν, «δεν θα πάει να ψωνίσει. Αφού δεν θα ψωνίσει, ο
μαγαζάτορας θα απολύσει υπαλλήλους και ορίστε πώς θα καταπολεμηθεί η κρίση: Το
δημόσιο να ξοδεύει λεφτά, αυτά να κυκλοφορούν στην οικονομία και αφού
αυγατίσουν κινούμενα, θα δημιουργηθεί ανάπτυξη που θα ξεπληρώσει και το χρέος».
Κατά ένα περίεργο τρόπο, οι ίδιοι τώρα ψέγουν την κυβέρνηση
διότι «δεν έλαβε νωρίς τα κατάλληλα μέτρα περιορισμού του Δημοσίου, ώστε να μη
στραγγαλίζεται ο ιδιωτικός τομέας από έκτακτες εισφορές». Μόνο που αν η
κυβέρνηση έπαιρνε το (σωστό) μέτρο της απόλυσης δημοσίων υπαλλήλων και συνεπώς
της μεγαλύτερης περικοπής των δημοσίων δαπανών, τότε σύμφωνα με το πρώτο
σκεπτικό η συνταγή θα ήταν χειρότερη. Θα υπήρχαν λιγότεροι δημόσιοι υπάλληλοι,
λιγότερα εισοδήματα να ξοδευτούν στην αγορά, περισσότερα μαγαζιά υπό χρεοκοπία,
λιγότερη απασχόληση στον ιδιωτικό τομέα, περισσότερες κραυγές περί λάθους
συνταγής.
Ο καλύτερος τρόπος για να μη λύνεις προβλήματα είναι να μην
τα περιγράφεις σωστά. Να θολώνεις τα νούμερα, για να φτιάχνεις θεωρίες ονειρικές.
Ετσι, μαζί με τις χρυσές μετοχές της «Τράπεζας της Ανατολής» (που θα
ξεπληρώσουν το χρέος ημών, συν το χρέος που θα δημιουργήσουν τα παιδιά και τα
εγγόνια μας), με τα φθηνά δάνεια των Ρώσων και των Κινέζων (που θα μας
πληρώνουν για να καθόμαστε), με τα πετρέλαια του Αιγαίου, του Ιονίου, του
Λιβυκού (που επίσης θα επιδοτήσουν την αέναη δημοσιοϋπαλληλία) κυκλοφορούν και
άλλοι περίεργοι μύθοι που στρεβλώνουν την πραγματικότητα με στόχο να μην
αλλάξει τίποτε.
Ο πρώτος μύθος είναι ο Κεϋνσιανισμός α λά ελληνικά. Σύμφωνα
μ’ αυτόν, το ελληνικό κράτος πρέπει να ρίξει λεφτά στην οικονομία, είτε
προσλαμβάνοντας 100.000 ανά έτος που ζήτησε ο κ. Τσίπρας, είτε κρατώντας την
αγοραστική δύναμη των δημοσίων υπαλλήλων ανέπαφη. Βεβαίως αυτό προϋποθέτει δύο
πράγματα. Πρώτον, λεφτά και δεύτερον, παραγωγικές δομές. Δηλαδή ακόμη κι αν
υπήρχαν τα δάνεια, πλούτος δεν παράγεται διά της ανακύκλωσης των χρημάτων στο
εσωτερικό. Κάποια στιγμή θα φύγουν έξω, για σιτάρι, βόειο κρέας, παπούτσια,
αυτοκίνητα, ipad και όλα τα άλλα που φτιάχνουν ένα έλλειμμα τρεχουσών
συναλλαγών 24 δισ. ευρώ, το 2010. Εκτός αυτού, όμως, σήμερα η Ελλάδα ακολουθεί
πολιτική ελλειμμάτων. Το 2009 το κράτος ξόδεψε 24 δισ. (χωρίς τόκους και
χρεολύσια) περισσότερα από όσα εισέπραξε, το 2010, 11 δισ. και όπως πάνε τα
πράγματα και φέτος στα 11 δισ. θα καταλήξουμε. Παρ’ όλα αυτά, ανάπτυξη δεν
είδαμε.
Προέκταση αυτού του μύθου είναι ότι τα δάνεια της τρόικας
δίνονται με αποκλειστικό σκοπό την αποπλήρωση παλιών δανείων. Αυτό είναι
αλήθεια, αλλά εν μέρει. Τα 11 δισ. που ξόδεψε το ελληνικό κράτος, πέραν των
εσόδων του, το 2010 από πού ήρθαν; Από τον ουρανό;
Ο δεύτερος μύθος είναι το μέγεθος του κράτους. Κατά την
«Αυγή» (16.9.2011) ο ισχυρισμός περί του μεγάλου κράτους στην Ελλάδα είναι
«άθλια προπαγάνδα με πλήρη διαστρέβλωση της αλήθειας [που] έχει εξαπολύσει το
οικονομικό-πολιτικό-κοινωνικό κατεστημένο». Σύμφωνα πάντα με το ίδιο δημοσίευμα
η «απογραφή έγινε και έδειξε ότι το σύνολο των υπαλλήλων που καταγράφτηκε
έφτασε στις 768.009, περιλαμβάνοντας τους μόνιμους υπαλλήλους, τους δικαστικούς
και τους δημόσιους λειτουργούς, τους υπαλλήλους ιδιωτικού δικαίου αορίστου και
ορισμένου χρόνου, τους συμβασιούχους έργου, τους αιρετούς και άλλες
κατηγορίες». Αυτό όμως που δεν περιλάμβανε ήταν ΔΕΚΟ, ΝΠΔΔ της Τοπικής
Αυτοδιοίκησης και ΝΠΙΔ που χρηματοδοτούνται από το κράτος. Σύμφωνα όμως με τη
ΓΣΕΕ το 2006 «στον δημόσιο τομέα της οικονομίας απασχολούνται περίπου 1.005.000
άτομα τα οποία αναλογούν στο 22,6% των απασχολουμένων και στο 35,5% του συνόλου
των μισθωτών». («Ενημέρωση» ΙΝΕ-ΓΣΕΕ τεύχος 135). Αυτός ο αριθμός συμφωνεί και
με τη Διεθνή Οργάνωση Εργασίας η οποία μέτρησε την απασχόληση στον δημόσιο
τομέα, το 2008, σε 1.022.000 άτομα, όταν ο ιδιωτικός τομέας απασχολούσε 3,56
εκατ. εργαζομένους. (http://laborsta.ilo.org)
Ο τρίτος μύθος αφορά τα πενιχρά δημοσιονομικά αποτελέσματα
κάθε μεταρρύθμισης. Κάθε φορά που είναι να πουληθεί ή να κλείσει ένας
οργανισμός το πρώτο επιχείρημα είναι: «σιγά, αυτό θα μας σώσει τώρα; Σταγόνα
στον ωκεανό του χρέους είναι». Η αλήθεια είναι ότι και ο ωκεανός από σταγόνες αποτελείται,
ενώ τα ελλείμματα και τελικά το χρέος δημιουργούνται από «πενιχρά» προς τα πάνω
δημοσιονομικά αποτελέσματα. Αν δεν πιάσει αυτό το επιχείρημα, αρχίζει η
δοξολογία του υπάρχοντος και η κινδυνολογία για τη μεταρρύθμιση. Το ζήσαμε
πρόσφατα με το νομοσχέδιο Διαμαντοπούλου για την ανώτατη παιδεία. Ξαφνικά
μάθαμε ότι τα ελληνικά ΑΕΙ είναι σιμά-κοντά τα καλύτερα του κόσμου, ενώ η
υποχρέωση των φοιτητών έστω να εγγράφονται ανά εξάμηνο ενέχει ανυπολόγιστους
κινδύνους. Η συναλλαγή των πρυτάνεων με τους φοιτητοπατέρες βαφτίστηκε
συμμετοχή, ενώ η δημοκρατία τραυματίστηκε επειδή κάποια καλόπαιδα δεν θα
μπορούν να λεηλατούν ανενόχλητα τα εργαστήρια. Γενικώς, κάθε συντήρηση δοξάζει
το υπάρχον και κινδυνολογεί για το μέλλον, απλώς στην Ελλάδα η συντήρηση έχει αριστερή
ρητορική και προοδευτική προβιά.
Ο τέταρτος μύθος είναι των ανυπόμονων. Σύμφωνα μ’ αυτόν
«τίποτα δεν γίνεται», που οδηγεί στο επικίνδυνο μοιρολατρικό συμπέρασμα ότι
«τίποτε δεν μπορεί να γίνει». Η αλήθεια είναι ότι γίνονται πολλά. Αυτά μπορεί
να είναι λειψά, αποσπασματικά, καθυστερημένα, αλλά αυτή η χώρα, στην οποία
κυρίαρχο ιδεολόγημα ήταν η θεραπεία του κράτους -που μέχρι πριν από πέντε
χρόνια ήθελε ακόμη και την ζημιογόνο κατά 1 εκατ. ημερησίως Ολυμπιακή κρατική-
έχει κάνει πολύ δρόμο. Η αλήθεια είναι ότι πρέπει να επιταχύνει, αλλά ο
μηδενισμός δεν βοηθάει...
Ο τρόμος των αποκρατικοποιήσεων
Για κάθε αποκρατικοποίηση δημιουργείται αυτομάτως μια
μυθολογία τρόμου. Ολοι ανησυχούν για τα κέρδη που θα χάσουμε και ουδείς
ανησυχεί για τις ζημιές που υφιστάμεθα. Κάθε ΔΕΚΟ είναι πολύτιμη, κάθε
οργανισμός θα μπορούσε να γίνει πολύτιμος, κάθε υπηρεσία του Δημοσίου
αναντικατάστατη.
Η «Ολυμπιακή» ήταν ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Φτιάξαμε
μύθους για έναν εθνικό πλούτο, με slots και brand name, με «δείκτες ασφαλείας
πτήσεων» και «φιλέτα διαδρομές» και όταν βγήκαμε στην αγορά για να τον
αποτιμήσουμε δεν έτρεξε κανείς να τον αρπάξει. Για την ακρίβεια δεν
ενδιαφέρθηκε κανείς να τον κοιτάξει· να δώσει μια προσφορά, έτσι για να
δικαιολογηθεί ο υπερδεκαετής τρόμος μας, ότι κινδυνεύουμε να χάσουμε το
κελεπούρι. Εν τω μεταξύ στην περίοδο που εμείς φοβόμασταν ότι «θα χάσουμε τον
εθνικό αερομεταφορέα», αυτός μάς έβαλε μέσα 4 - 5 δισ. ευρώ, ποσό που
αντιστοιχούσε στο 2% του δημόσιου χρέους ή όσο είναι η έκτακτη εισφορά στα
ακίνητα που θα πληρώσουμε.
Το γράφαμε και παλιότερα: «Τη δεκαετία του 1980 ανησυχούσαμε
σοβαρά μην τυχόν και έρθουν ξένοι επενδυτές και αμαυρώσουν την πορεία προς τον
σοσιαλισμό που είχαμε χαράξει. Τρέμαμε την ξένη εκμετάλλευση και διαδηλώναμε
εναντίον της. Οταν με τα πολλά διαπιστώσαμε ότι μένουμε πίσω και χρειαζόμαστε
ξένες επενδύσεις για να ξεκολλήσει η οικονομία, βγήκαμε στην αγορά με την
ταμπέλα “εκμεταλλευτείτε μας” για να διαπιστώσουμε ότι δεν ήθελε να πιει το
αίμα μας κανείς. Οχι με το “μπουρί της σόμπας”, που είναι η αριστερή απεικόνιση
της μυθολογίας, αλλά ούτε με καλαμάκι. Η ελληνική οικονομία ήταν σαν μια
πολύφερνη νύφη, που την προστατεύαμε μην τη μαγαρίσει κανένας επενδυτής, και
μετά τη βγάλαμε στο σεργιάνι και διαπιστώσαμε ότι δεν την κοίταζε κανείς.
Στους καφενέδες της επικράτειας κυκλοφορούν πολλοί εθνικοί
μύθοι και αμύθητα εθνικά πλούτη. Για την ακρίβεια, κάθε ραχούλα και κάθε μπαΐρι
(μτφ. το ακαλλιέργητο χωράφι, η άγονη έκταση) είναι ανείπωτου φυσικού κάλλους
και αναντικατάστατος εθνικός πλούτος. Οποιοδήποτε σχέδιο εκμετάλλευσής τους
είναι απόπειρα εγκλήματος. Δεν μιλάμε μόνο για ρυπογόνες δραστηριότητες, αλλά
και για αιολικά πάρκα (αυτά καταστρέφουν το μοναδικό ελληνικό τοπίο). Η χώρα
ζει με μύθους όχι μόνο εθνικού μεγαλείου -το οποίο επιβουλεύονται αιώνες τώρα
Δυτικοί και Εβραίοι- αλλά και μύθους εθνικού πλούτου για τον οποίο καραδοκούν
όλοι: “ξέρεις, ρε, τι μπορεί να το κάνει αυτό το χωράφι κάποιος που έχει λεφτά
και μυαλό;” Μόνο που εκείνοι που έχουν λεφτά δεν το θέλουν κι εμείς που έχουμε
μυαλό απλώς το κοιτάμε».
Τίποτε στη ζωή δεν είναι χωρίς κόστος, ούτε καν οι εθνικές
μυθολογίες. Την ώρα που εμείς κοιτάζαμε την περιουσία μας και ονειρευόμασταν τι
θα μπορούσε να γίνει (αν είχαμε ένα άλλο κράτος με λιγότερη γραφειοκρατία,
καλύτερο πολιτικό σύστημα, ευσυνείδητους δημόσιους υπαλλήλους, πολίτες που
σέβονταν την δημόσια περιουσία κ.λπ.) οι άλλοι έκαναν. Τα κράτη τους αντί να
κρατούν κατ’ αποκλειστικότητα τις ζημιές των δημοσίων οργανισμών και
επιχειρήσεων, έγιναν διά της φορολογίας συνέταιροι στα κέρδη που οι
ιδιωτικοποιημένες εταιρείες παρήγαγαν.
Οι πολιτικοί, όμως, ήθελαν καθαρό το αριστερό τους κούτελο
και τώρα μας καλούν να το πληρώσουμε. Οι τακτικές και έκτακτες εισφορές είναι
το τίμημα όλων εκείνων που κάναμε ή δεν θελήσαμε να κάνουμε τα περασμένα
χρόνια.
No comments:
Post a Comment